Το ενδομήτριο είναι ο ιστός που καλύπτει το εσωτερικό της μητρικής κοιλότητας. Το ενδομήτριο με την επίδραση των γυναικείων ορμονών παχύνεται και εφόσον δεν υπάρχει εγκυμοσύνη αποπίπτει κάθε μήνα με τη μορφή της περιόδου. Η ενδομητρίωση είναι μια ασθένεια στην οποία ενδομήτριο έχει εξαπλωθεί και σε άλλα σημεία - όπως στις ωοθήκες ή αλλού στην περιοχή της κοιλιάς ή του σώματος.
Η ενδομητρίωση προκαλεί πόνο σε κάποιες γυναίκες και μπορεί να αποτελέσει αιτία υπογονιμότητας.
Το 5-10% του συνόλου των γυναικών έχουν ενδομητρίωση. Οι περισσότερες από αυτές τις γυναίκες δεν έχουν πρόβλημα υπογονιμότητας. Από την άλλη πλευρά, ένα 30-40% των υπογόνιμων γυναικών έχουν ενδομητρίωση.
Ο μοναδικός τρόπος για να εξακριβωθεί εάν μια γυναίκα έχει όντως ενδομητρίωση είναι να πραγματοποιηθεί μια χειρουργική διαδικασία η οποία ονομάζεται λαπαροσκόπηση και μας επιτρέπει να ελέγξουμε την περιτοναϊκή κοιλότητα με τη βοήθεια ενός στενού σωλήνα που στο άκρο του εφαρμόζει μια μικρή κάμερα.
Μερικές φορές υπάρχουν βάσιμες υποψίες για την ύπαρξη ενδομητρίωσης, βασισμένες στο ιστορικό της γυναίκας (δυσμηνόρροια, πόνος κατά την επαφή κ.τ.λ.), ή βασισμένες στην κλινική εξέταση και τα αποτελέσματα του υπερήχου.
Οι γυναίκες που έχουν ενδομητρίωση (ήπιου, μέτριου ή σοβαρού βαθμού) μπορεί να παρουσιάζουν έντονους πόνους χαμηλά στην κοιλιά και στην πυελική περιοχή – ή μπορεί να μην παρουσιάζουν κανένα σύμπτωμα απολύτως.
Παρόλο που η ύπαρξη ήπιας ενδομητρίωσης σχετίζεται με την υπογονιμότητα σε κάποιες γυναίκες, πολλές γόνιμες γυναίκες έχουν επίσης ήπια ενδομητρίωση. Γι’ αυτό το λόγο, αρκετοί ειδικοί, θεωρούν την υπογονιμότητα που συνδέεται με την ήπια ενδομητρίωση ως «ανεξήγητη υπογονιμότητα».
Η ενδομητρίωση σοβαρού βαθμού μπορεί να προκαλέσει ουλές στην πυελική περιοχή και αλλοίωση της πυελικής ανατομίας. Σε αυτή την περίπτωση, οι σάλπιγγες μπορεί να υποστούν ζημιά ή να φράξουν. Οι ωοθήκες συχνά παρουσιάζουν κύστεις ενδομητρίωσης (ενδομητριώματα) οι οποίες υπάρχει περίπτωση να προσκολληθούν στα τοιχώματα της μήτρας, του εντέρου ή της πυέλου. Οποιαδήποτε από αυτές τις ανατομικές αλλοιώσεις μπορεί να οδηγήσει σε υπογονιμότητα.
Σε κάποιες περιπτώσεις, τα ωάρια από τις ωοθήκες μπορεί να καταστραφούν, οδηγώντας έτσι σε μειωμένο αποθεματικό ωαρίων των ωοθηκών .
Η θεραπεία για την ενδομητρίωση η οποία είναι σχετιζόμενη με υπογονιμότητα, είναι απαραίτητο να είναι εξειδικευμένη για κάθε γυναίκα ξεχωριστά. Δεν υπάρχουν εύκολες απαντήσεις, και οι αποφάσεις για την κατάλληλη θεραπεία εξαρτώνται από παράγοντες όπως η σοβαρότητα της ασθένειας, η ηλικία της γυναίκας, τα χρόνια προσπαθειών για την απόκτηση παιδιού και την παρουσία πόνου ή άλλων συμπτωμάτων.
Θεραπεία ενδομητρίωσης ήπιου βαθμού
Η φαρμακευτική θεραπεία μπορεί να καταστείλει την ενδομητρίωση και να ελαττώσει τους πόνους σε αρκετές γυναίκες. Παρόλα αυτά σύμφωνα με μελέτες, δεν φαίνεται να μπορεί να βελτιώσει τα ποσοστά επιτυχημένης εγκυμοσύνης σε υπογόνιμες γυναίκες, τα οποία παραμένουν ίδια με εκείνες που δεν έχουν κάνει καμία θεραπεία.
Για τη θεραπεία της υπογονιμότητας που σχετίζεται με ενδομητρίωση ήπιου ή μέτριου βαθμού, πραγματοποιείται συνήθως ενδομήτρια σπερματέγχυση (ΙUI) με διέγερση των ωοθηκών, μέθοδος η οποία έχει ικανοποιητικά αποτελέσματα εάν δεν υπάρχουν άλλοι παράγοντες υπογονιμότητας. Εάν η ενδομήτρια σπερματέγχυση δεν είναι επιτυχής μέχρι και 3 κύκλους τότε θα πρέπει να ληφθεί υπόψιν η εξωσωματική γονιμοποίηση.
Θεραπεία ενδομητρίωσης σοβαρού βαθμού
Δυστυχώς, η υπογονιμότητα στις γυναίκες με ενδομητρίωση σοβαρού βαθμού είναι συνήθως ανθεκτική στη θεραπεία με ενδομήτρια σπερματέγχυση και διέγερση των ωοθηκών. Αρκετές μελέτες καταδεικνύουν ότι η σπερματέγχυση για την ενδομητρίωση σοβαρού βαθμού, δεν βελτιώνει τα ποσοστά επιτυχημένης εγκυμοσύνης.
Εάν η πυελική ανατομία παρουσιάζει έντονες ανωμαλίες, τότε απαιτείται κατά κύριο λόγο η εξωσωματική γονιμοποίηση για την επίτευξη εγκυμοσύνης.
Τα ποσοστά επιτυχίας εξωσωματικής γονιμοποίησης σε γυναίκες με σοβαρή ενδομητρίωση είναι συνήθως καλά σε σχετικά νέες γυναίκες (κάτω των 40) με την προϋπόθεση να παράγουν αρκετά ωάρια κατά την διέγερση των ωοθηκών.